Μιὰ μεγάλη ἀντίθεση ὑπάρχει ὅσον ἀφορᾶ τὴ σχέση πατέρα – γιοῦ στὴν ἀρχαία μυθολογία καὶ τὴ βιβλικὴ παράδοση. Στὴν ἀρχαία μυθολογία, ὁ Πατέρας ἐξοντώνεται ἀπὸ τὸν Υἱό. Στὴ βιβλικὴ παράδοση, ὁ Υἱὸς ἀκολουθεῖ τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα στὰ πάντα. Στὴν μυθολογία, ἔχουμε μιὰ θρησκεία τοῦ Υἱοῦ βασισμένη σὲ μιὰ ἐπανάσταση κατὰ τοῦ Πατέρα (ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι καὶ ὁ γιὸς Δίας ἀπέκτησε γιούς, ποὺ ποτὲ ὅμως δὲν ἐπαναστάτησαν). Ἀντίθετα, παρ’ ὅλο ποὺ καὶ στὴ βιβλικὴ παράδοση ἔχουμε μιὰ παραλλαγὴ θρησκείας τοῦ Υἱοῦ (ἡ ὁποία βέβαια συμπεριλαμβάνει τὸν Πατέρα τὸν ὁποῖο θεωρεῖ ἀρχή -γι’ αὐτό, δὲν εἶναι «θρησκεία τοῦ Υἱοῦ ἐνάντια στὸν Πατέρα»), ὡστόσο δὲν εἶναι ἡ ἐπανάσταση ἡ αἰτία της, ἀλλὰ ὁ Πατέρας στέλνει τὸν Υἱό. Ὁπωσδήποτε, στὴ βιβλικὴ παράδοση ὁ Πατέρας παραμένει ἀνεξιχνίαστος, «στὸ παρασκήνιο»: ὁ Υἱὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ σχετίζεται περισσότερο μὲ τὴν Ἱστορία.
Max Klinger, Ὁ Χριστὸς στὸν Ὄλυμπο (1889–1897).
Ὑπ’ αὐτὴ τὴν ἔννοια, ἡ πατροκτονία ὡς μοτίβο τοῦ νεότερου πολιτισμοῦ μετὰ τὸ 1800, εἶναι καθαρὰ παγανιστική -στὸ Χριστιανισμὸ ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ δὲν γίνεται ὡς πατροκτονία ἢ ἐξέγερση. Ἐνῶ ὅμως στὸ παγανιστικὸ ἀρχέτυπο ὁ Υἱὸς γίνεται Πατέρας κι ἡ ἐξουσία του δὲν ἀμφισβητεῖται ἀπὸ τοὺς γιούς του (ἐπανάληψη τοῦ Πατέρα-Θεοῦ), στὸ νεοτερικὸ ἔχουμε τὸ χάος, τὴν ἀναρχία ἤ, ὅλο καὶ πιὸ διακρινόμενα, τὸν μαθητευόμενο μάγο. Μιὰ ἄλλη παράμετρος, ἡ Πατριαρχία, εἶναι κι αὐτὴ παγανιστική: Ὁ Θεὸς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δὲν διστάζει νὰ παρομοιάσει τὸν ἑαυτό του μὲ μητέρα (Ἠσαΐας, 66.13), ὁ Χριστὸς τῆς Κ. Διαθήκης παρομοιάζει τὸν ἑαυτό του μὲ κλώσσα ποὺ προσπαθεῖ νὰ μαζέψει τὰ κλωσσόπουλά της (Κατὰ Ματθαῖον, 23.37). Κατὰ διαβολικὴ σύμπτωση ὅμως, σύμφωνα μὲ τὴν ἄποψη τῶν νεοτερικῶν πατροκτόνων εἶναι ὁ Χριστιανισμὸς αὐτὸς ποὺ ἐκπροσωπεῖ τὴν Πατριαρχία.