…Ἀποτελεῖ χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ἑτερογονίας τῶν σκοπῶν τὸ πῶς ὁ ἀγώνας ἐνάντια στὸν ὁμολογουμένως ρηχὸ καὶ ἀσφυκτικὸ ἠθικισμὸ τοῦ εὐσεβισμοῦ κατέληξε στὸν ἀσύλληπτης ἔκτασης ἀμοραλισμὸ ποὺ κατακλύζει σήμερα τὴν ἐκκλησιαστική μας ζωὴ καὶ τὸν ὁποῖο ἀναπνέουμε ὡς τὸν φυσικό μας ἀέρα. […] νὰ ἀναφέρουμε τὸ κείμενο τῆς νομικῆς ὑπηρεσίας τῆς Ἱ. Συνόδου στὸ ὁποῖο τὰ ἠθικὰ παραπτώματα ἑνὸς ἐπισκόπου ἀξιολογοῦνταν ὡς θέμα ποὺ ἅπτεται τοῦ ἰδιωτικοῦ του βίου καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν πρέπει νὰ προβάλλεται καὶ νὰ συζητεῖται στὸν δημόσιο χῶρο. […]
Ἡ κοινὴ πρόταξη τῶν Γιανναρᾶ καὶ Ζηζιούλα τῆς Εὐχαριστίας ὡς τῆς κορυφαίας ἔκφρασης τῆς ἠθικῆς τῶν χριστιανῶν μπορεῖ νὰ ὀδηγήσει σὲ αὐτὸ ποὺ ὁ π. Ρωμανίδης προσφυῶς ὀνόμασε εὐχαριστιακὴ εἰδωλολατρία, στὸν βαθμὸ ποὺ ὁ ἐπίσκοπος καὶ οἱ μετέχοντες στὴν Εὐχαριστία θεωροῦν τὴ μετοχή τους ἄσχετη μὲ τὴν ἀσκητικὴ προσπάθεια νὰ ταυτιστεῖ τὸ ἀνθρώπινο θέλημα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνει αὐτὸ ὁρατὴ μαρτυρία σὲ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας. […]
Ἡ ἔννοια τῆς σχέσης ὅπως περιγράφεται σὲ μεγάλο μέρος τῆς σύγχρονης Ὀρθόδοξης θεολογίας, ὁριζόμενη ὡς τὸ ὑπαρκτικὸ γεγονὸς τῆς ἐν ἐλευθερίᾳ ἀγάπης, στηρίζεται σὲ μιὰ προβληματικὴ διάκριση μεταξὺ φύσης καὶ σχέσης. Ἡ πρώτη δαιμονοποιεῖται ἐνῶ ἡ δεύτερη ἐξαίρεται, στὴν πρώτη κυριαρχοῦν τὰ τυφλὰ ὁρμέμφυτα, στὴ δεύτερη οἱ πλέον ἀνιδιοτελεῖς προθέσεις. Οἱ φιλοσοφικὲς ἀφορμὲς αὐτῆς τῆς συζήτησης, προερχόμενες ἀπὸ τὸ χώρο τῆς ὑπαρξιστικῆς καὶ διαλογικῆς φιλοσοφίας, εἶναι εὔκολα διακριτὲς σὲ ὅποιον εἶναι ἔστω καὶ λίγο ἐνήμερος γιὰ τὶς ἐξελίξεις στὴ φιλοσοφία τοῦ 20οῦ αἰώνα. […]
Τὸ ἐγὼ τοῦ ἀνθρώπου ὄντως συγκροτεῖται μὲ τὴ συνδρομὴ τῆς συνάντησης μὲ ἕνα ἐσύ, ἀλλὰ αὐτὸ ἰσχύει ἐξίσου τόσο γιὰ τὸ ἐγὼ ἑνὸς ἁγίου ὅσο καὶ γιὰ τὸ ἐγὼ ἑνὸς ἐγκληματία. Τὸ γεγονὸς τῆς σχέσης αὐτὸ καθεαυτὸ δὲν προδικάζει τί εἴδους ἐγὼ θὰ προκύψει βάσει ποιοῦ εἴδους ἐσύ. Ἐξίσου ἐσφαλμένη εἶναι ἡ τάση τῆς σύγχρονης θεολογίας νὰ περιγράφει τὶς σχέσεις ἀνάμεσα σὲ πραγματικὲς ὑπάρξεις ἀδιαμεσολάβητα, χωρὶς δηλαδὴ τὴν παρουσία τῆς κοινωνίας ὡς φόντου, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν κατάληξη σὲ ὀνειροπόληση ἢ ναυάγιο.
π. Εὐ. Γκανᾶς, Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς μαρτυρίας, Ἀθήνα 2012.