βῆ βῆ

Εἶναι γνωστὸ τὸ ἀπόσπασμα τοῦ Θουκυδίδη (2.54.2-3) ὅπου φαίνεται νὰ γίνεται ἀναφορὰ στὴ σύγχυση μεταξὺ τῆς προφορᾶς τοῦ λιμοῦ καὶ ἐκείνης τοῦ λοιμοῦ:

Στὴ δυστυχία αὐτὴ φυσικὸ ἦταν νὰ θυμηθοῦν (οἱ Ἀθηναῖοι) καὶ τὸν ἀκόλουθο στίχο, ποὺ οἱ γεροντότεροι ἔλεγαν ὅτι τραγουδιόταν παλιά:

Πόλεμος θὰ ‘ρθει δωρικὸς καὶ λοιμικὸ μαζί του.

Καὶ διαφωνοῦσαν βέβαια μερικοὶ ὑποστηρίζοντας ὅτι στὸ στίχο τοῦ παλαιοῦ ποιήματος δὲν γινόταν λόγος γιὰ λοιμὸ ἀλλὰ γιὰ λιμό

(Μτφ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Θουκυδίδης Ἱστορία, σ. 279).

Σὲ ἕνα ἄρθρο («Πῶς βέλαζαν τὰ ἀρχαῖα πρόβατα; Ἡ ἄρνηση τῆς ἐρασμιακῆς προφορᾶς»), ποὺ περιέχει ἀπόσπασμα βιβλίου του, ὁ Ν. Σαραντάκος γιὰ τὴν ἐρασμιακὴ προφορὰ καὶ τὸ ἀπόσπασμα τοῦ Θουκυδίδη παραπέμπει στὸν Γεώργιο Χατζιδάκη, ποὺ ὑποστηρίζει (τ. 1, σ. 355) ὅτι ὁ στίχος ἦταν προφορικός, ἄγραφος:

ὁ χρησμὸς φερόμενος ἄγραφος ἀνὰ τὰ στόματα τῶν ἀνθρώπων (ἀνεμνήσθησαν τοῦ ἔπους φάσκοντες οἱ πρεσβύτεροι πάλαι ἄδεσθαι), ἠδύνατο τοῦ μέτρου ἐπιτρέποντος καὶ διὰ τοῦ λιμὸς καὶ διὰ τοῦ λοιμὸς νὰ ἐκφέρηται, τοῦτο δὲ καὶ ἐγίνετο κατὰ τὰς ἑκάστοτε χρείας, ὥστε οἱ ἄνθρωποι ἠγνόουν ποτέρα ἐκφορὰ ἦν ἡ γνησία, ἤτοι ἂν λοιμὸν (ἤτοι λοiμὸν ὅπως βηθα) ἢ λιμὸν ἐνόει τὸ κατ’ ἀρχὰς ὁ θεός. […] Οὐδεὶς δέ, ἂν μὴ ἀναδράμῃ εἰς παλαιὰ βιβλία, πρᾶγμα ὅπερ δὲν ἠδύναντο νὰ πράξωσιν οἱ Ἀθηναῖοι τότε, δύναται νὰ εἴπῃ ποτέρα ἐκφορὰ ἡ γνησία.

Ὅμως, ἐδῶ θυμᾶται κανεὶς εὔκολα τὸ ἥξεις ἀφίξεις οὐκ ἐν τῷ πολέμω θνήξεις. Οἱ χρησμοὶ τοῦ Ἀπόλλωνα ἦταν ἐσκεμμένα ἀσαφεῖς, κι ἔτσι δὲν ἀποκλείεται κι ἐδῶ νὰ ὑπάρχει ἐσκεμμένη ἀσάφεια, ἡ ὁποία ὅμως μόνο στὴν ἴδια προφορὰ τῶν δύο λέξεων θὰ μποροῦσε νὰ βασίζεται.

Ἀπὸ ἐδῶ (κι ἐδῶ, καλύτερα):

To γράμμα Υ, το οποίο αρχικά είχε την προφορά του (u), εναλλάσσεται με το Ι ήδη από το 600-550 π.Χ. και προπάντων από τον 5ο αιώνα π.Χ. και στο εξής. Ενδεχομένως δεν ήταν εντελώς ίδιο με το Ι σ’ αυτό το πρώιμο στάδιο, αλλά ήταν αρκετά κοντά του, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση. Αυτό επιβεβαιώνεται περαιτέρω από το γεγονός ότι το Υ εναλλάσσεται με το Η και το ΟΙ (το οποίο άρχισε να αποκτά τον ήχο του Ι) ήδη από τον 4ο αιώνα π.Χ.. Το Υ εναλλάσσεται επίσης με το ΕΙ από τον 5 ο αιώνα π.Χ. […] Το γράμμα Η εναλλάσσεται με το Ι ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ. ακόμα και πριν την επίσημη αποδοχή του από το αθηναϊκό αλφάβητο το 403 π.Χ. Αυτή η εναλλαγή επιβεβαιώνει ότι η λαϊκή προφορά του Η ήταν Ι 45, δηλαδή εκ διαμέτρου αντίθετη από την αρχική πρόθεση των θεωρητικών να υιοθετήσουν το γράμμα Η, για να εκπροσωπήσει δυνητικά το τεχνικά μακρόχρονο Ε. […] Για παράδειγμα βλ. IGA 492 600-550 π.Χ.: Συκεεῦσιν και Σιγενεῦσιν, 5 ος αι π.Χ.: Διονισιγένης για Διονυσιγένης, Κρισηίς για Κρυσηίς, Κρισεύς για Κρυσεύς, Διονίσια για Διονύσια, Διόνισος αντί για Διόνυσος. SEG XVI, 123, 28, 350 π.Χ. : Κηθήρ για Κυθήρ. IG II2 1635, 81, 374/3 π.Χ. Κοίβων για Κύβων, IG II2 2407, 5, 350 π.Χ. Ποιθικοῦ για Πυθικοῦ, Ποίτιος αντί για Πύτιος. SEG XXI, 126, 9, 430 π.Χ. : Πειθαγόρα για Πυθαγόρας. SEG XIX, 37, 5ος αι. π.Χ.: Διμοσθένης αντί για Δημοσθένης, SEG XIX, 37, 5ος αι. π.Χ.: Ἀθινᾶ για Ἀθηνᾶ, SEG XIX, 37, 5ος αι. π.Χ.: Ἄρις για Ἄρης. CIA II, 38, 7 πριν το 376 π.Χ. : τῇ βουλει αντί για τῇ βουλῇ, CIA II, 61, 7, 13, 357-353 π.Χ.: χαλκοθήκει αντί για χαλκοθήκῃ. SEG, XVI, 123, 28, 350 π.Χ.: Κηθήρ για Κυθήρ.

[…]

Η προφορά του ΟΙ ως Ι επιβεβαιώνεται επίσης από το γεγονός ότι στην ίδια επιγραφή, η οποία χρονολογείται το 329 π.Χ., το ΟΙ εναλλάσσεται επίσης και με το ΕΙ, το οποίο από νωρίς είχε αποκτήσει τον ήχο του Ι 59. Επιπλέον από τον 5ο-4ο αιώνα π.Χ. το ΟΙ εναλλάσσεται με το Υ και τελικά το αργότερο μέχρι το 168 π.Χ. εναλλάσσεται επίσης και με το Η60. Γνωρίζουμε βέβαια ότι αυτά και τα δύο (Υ και Η) συγχέονται με το Ι, γεγονός που αποδεικνύει ότι και τα τρία (ΟΙ, Υ και Η) προφέρονταν πλέον ως Ι.

[…]

Η δίφθογγος ΑΙ εναλλάσσεται με το Ε πριν το 400 π.Χ. Αυτό συναντάται στη Βοιωτία, όπου το ιωνικό Η αντικαθιστά το ΑΙ, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι το ΑΙ μονοφθογγίστηκε και προφερόταν ως Ε

[…]

H προφορά του β ως v επιβεβαιώνεται από τη σύγχυση με το με το υ των διφθόγγων αυ, ευ, ηυ, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Επιπλέον, το β αντικαθιστά σχεδόν πάντα το δίγαμμα F, το οποίο ακουγόταν ως v. Aκόμη, στη μετάφραση των εβδομήκοντα (Ο´) το Β αντικαθιστά το εβραϊκό waw: Δαβίδ, Ιεχωβά. […] Σχετικά με το Δ αυτό που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι τα «μηθείς», «μηθέν», «μηθενός», «οὐθείς», οὐθέν», «οὐθενός», συναντώνται από το 378 π.Χ. πλάι πλάι με τα πρωιμότερα «μηδείς», «μηδέν», «μηδενός», «ο ὐδείς», οὐδέν», «οὐδενός» και μάλιστα από το 300 π.Χ. μέχρι το 60 π.Χ. κυριαρχεί το «μηθείς», αλλά από εκεί κι έπειτα τελικά επικρατεί η παλαιότερη μορφή «μηδείς». Το γεγονός ότι το Δ δεν έγινε Τ φανερώνει ότι ο ήχος του Δ ήταν πιο κοντά στο Θ και δεν προφερόταν ως (d). Το Δ επίσης εναλλάσσεται με το Β, Δελφός – Βελφός, ὀβελός – ὀδελός, όπου κι αυτή η εναλλαγή αποκλείει τον ήχο του d.

[…]

Οι υποστηρικτές της ερασμιακής προφοράς πέφτουν και σε μία άλλη αντίφαση. Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους σε κάθε κείμενο πρέπει να εφαρμόζεται η τρέχουσα προφορά της εποχής του. Έτσι τα ομηρικά έπη είναι καλό να διαβάζονται με την προφορά που επικρατούσε την ομηρική εποχή, τα κείμενα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη με την αθηναϊκή προφορά του 5ου και του 4ου αιώνα, η οποία υπέστη σημαντικές αλλαγές συγκριτικά με την ομηρική, τα βιβλία της Καινής Διαθήκης με προφορά αρκετά συγγενική με τη σημερινή και τους Πατέρες της Εκκλησίας με τη σύγχρονη ελληνική, γιατί η προφορά δε διαφοροποιήθηκε από την εποχή τους. Αντί αυτού όμως οι ίδιοι διαβάζουν όλα τα αρχαία κείμενα από τα ομηρικά έπη μέχρι και τους Πατέρες με τον ίδιο τρόπο.

Τὸ περίεργο εἶναι ὅτι ὁ Ν.Σ. κατὰ καιροὺς προκειμένου νὰ ἐναντιωθεῖ στὴ «μοναδικότητα τῆς ὀρθῆς ὀρθογραφίας» παραθέτει ὀρθογραφικὲς παραλλαγὲς τῆς ἴδιας λέξης. Φαντάζομαι ὅτι θὰ παρατήρησε τέτοιες «λανθασμένες» παραλλαγὲς ποὺ δείχνουν πόσο (πιὸ) παλιὰ (ἀπὸ ὅ,τι θεωροῦμε) εἶναι ἡ νεοελληνικὴ προφορά. Ἢ ὄχι; Ἀλλὰ καὶ ὁ Β. Ἀργυρόπουλος (Γλωσσικὴ ἀρχαιολατρία, σ. 25-26), στὸν ὁποῖο παραπέμπει γιὰ τὸν Χατζηδάκη ὁ Ν. Σαραντάκος, γράφει:

σε διάσπαρτα σημεία του κεφαλαίου για την αρχαία προφορά ο Γεώργιος Χατζιδάκις (1924: 82-136) είναι επιφυλακτικός για την αποδεικτική αξία διαφόρων στοιχείων όπως οι μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων, οι λέξεις που μιμούνται φωνές ζώων κ.ά

This entry was posted in γλώσσα. Bookmark the permalink.

5 Responses to βῆ βῆ

  1. Ο/Η Δ. Μ. λέει:

    Άσχετο με την παρούσα ανάρτηση, αλλά πιστεύω θα σας φανεί ενδιαφέρον: https://amethystosbooks.blogspot.com/2021/08/blog-post_65.html

    Μου αρέσει!

  2. Ο/Η bfo λέει:

    Δεν τους ενδιαφέρει το να βρούν την ακριβή προφορά. Τους δικούς μας δηλαδή, οι ξένοι μπορεί και να ενδιαφέρονται ειλικρινά.

    Αυτό που θέλουν είναι να δείξουν ότι τα αρχαία ήταν άλλη, διαφορετική γλώσσα, και οι σύχρονοι Έλληνες χθεσινοί μόλις ουρανοκατέβατοι κατσαπλιάδες χωρίς παρελθόν και συνέχεια.

    Εκεί χρησιμεύει και η ερασμιακή προφορά, πολιτικοί και κομπλεξικοί είναι οι λόγοι.

    Μου αρέσει!

    • Ο/Η Χρονογραφίες λέει:

      Τὸ πιστεύουν αὐτὸ ποὺ γράφουν. Δὲν τὸ γράφουν πρώτιστα ἐπειδὴ θέλουν νὰ δείξουν κ.λπ. Δὲν τίθεται θέμα ἀνειλικρίνειας. Ἁπλά, ἡ ἄποψή τους εἶναι ἡ ἀλήθεια καὶ κατὰ εὐτυχὴ σύμπτωση ἡ ἀλήθεια ταιριάζει μὲ τὴν ἄποψή τους γιὰ τὸ τρισχιλιετὲς κλπ.

      Μου αρέσει!

  3. Ο/Η Ἀνώνυμος λέει:

    Συναφές, εἰς ἐπίρρωσιν τῆς κύριας ἀνάρτησης:

    Χρόνια πρὶν εἶχα διαβάσει
    (δὲ θυμᾶμαι ποῦ,
    μὰ κι οὔτε μπορῶ πιὰ νὰ σκοτίσω τὸ μυαλό μου μὲ τὶς ἀνθυπολεπτομέρειες τῆς – ἔντιμης, πάντως, καὶ σοβαρῆς – ἐπιστημονικῆς παραγωγῆς τῶν φιλολόγων),

    εἶχα διαβάσει, λοιπόν, ἄρθρο,

    ὅπου ὑποστηριζόταν πὼς οἱ ἀπαρχὲς καὶ τοῦ δεκαπεντασύλλαβου μας στίχου ἀνιχνεύονταν ἤδη στὸν Πλούταρχο, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει (2ος μ. Χ. αἰ.) στὸν βίο τοῦ Θεμιστοκλέους τὸν στίχο (ἐντυπωσιακὰ ὅμοιο μὲ τὰ δημώδη μας) :

    «Νυκτὶ φωνήν, νυκτὶ βουλήν, νυκτὶ τὴν νίκην δίδου».

    Ψάξτε το, ἂν ἔχετε χρόνο. Μοῦ φάνηκε ένδιαφέρον.

    Καλὴ Παναγιά!

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε